αμινομάδες

αμινομάδες
Αζωτούχες ρίζες, χαρακτηριστικές σε πολλές οργανικές ενώσεις (αμίνες, αμινοξέα, αμιναλκοόλες κ.ά.). Ανάλογα με τον αριθμό των ατόμων Η που περιέχει μία α. μπορεί να είναι πρωτοταγής (-ΝΗ2-),δευτεροταγής (-ΝΗ-) ή τριτοταγής (-N-). Η εισαγωγή μιας α. στο μόριο μιας οργανικής ένωσης δίνει στην ένωση βασικό χαρακτήρα και μειώνει τον αριθμό των ατόμων Η κατά ένα, αν η α. είναι πρωτοταγής, δεν αλλάζει τον αριθμό των ατόμων Η αν είναι δευτεροταγής και αυξάνει τον αριθμό των ατόμων Η κατά ένα αν είναι τριτοταγής.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • τετραζώτωση — η, Ν χημ. η κατεργασία αρωματικών πρωτοταγών διαμινών με νιτρώδες οξύ με την οποία αντικαθίστανται οι αμινομάδες με διαζωομάδες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. tetrazotization < τετρ(α) * + άζωτο + κατάλ. ization, που αποδόθηκε στην… …   Dictionary of Greek

  • αζωβενζόλιο ή αζωβενζόλη — Οργανική ένωση με τύπο: C6H5 N=N C6H5. Ανακαλύφθηκε τον 1834 από τον Γερμανό χημικό Μίτσερλιχ, και αποτελεί την απλούστερη αρωματική αζωένωση. Είναι σώμα στερεό, κρυσταλλικό, με πορτοκαλέρυθρο χρώμα και σημείο τήξης 68°C. Δεν διαλύεται στο νερό,… …   Dictionary of Greek

  • αμινοαλκοόλες — Οργανικές χημικές ενώσεις που περιέχουν στο μόριό τους και υδροξύλια ( ΟΗ) και αμινομάδες ( ΝΗ2). Είναι παχύρρευστα υγρά με βασικές ιδιότητες και έχουν υψηλό σημείο βρασμού. Ένας από τους τρόπους παρασκευής τους είναι η επίδραση αμμωνίας και… …   Dictionary of Greek

  • διαμίνες — Οργανικές δισόξινες βάσεις που περιέχουν δύο αμινομάδες. Η απλούστερη είναι η αιθυλενοδιαμίνη με τύπο (CH2)6(NH2)2, μία α διαμίνη που χρησιμοποιείται στη χημική βιομηχανία. Γνωστές δ. είναι και οι πτωμαΐνες, εξαιρετικά δύσοσμα προϊόντα σήψης των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”